Στο Περιβόλι το χιόνι αρχίζει να πέφτει από νωρίς τον Οκτώβρη, και να σκεπάζει τα πάντα. Μόλις φθάσει το φθινόπωρο, οι κτηνοτρόφοι μαζί με τα ζωντανά τους (πρόβατα, αγελάδες, κατσίκες) αφήνουν με λύπη πίσω τους το χωριό, τις βουνοκορφές της Πίνδου και τη Βάλια – Κάλντα, για να περάσουν το χειμώνα στα χειμαδιά που βρίσκονται στη Θεσσαλία, κοντά στο Βελεστίνο, στο Νέο Περιβόλι και στο Περιβολάκι.
“Βουνά μου σας αφήνω γειά και σένα γλυκό χωριό.
Εγώ φεύγω στα ξένα μακριά. Δεν ξέρω αν θα σε ξαναειδώ,
δεν ξέρω αν θα γυρίσω”
Οι μόνοι που μένουν στο χωριό ολομόναχοι όλο το χειμώνα, είναι οι δύο φύλακες του χωριού.
“Περιβολιώτες σκορπισμένα στους κάμπους από καιρό καημένα,
Πότε θα `ρθείτε στα βουνά να ξανακούσετε πουλιά;”
Όταν θα `ρθει η άνοιξη και θ` ανθίσουν οι νάρκισσοι και τα` αγριολούλουδα στη Βάλια – Κάλντα, τότε έφθασε η ώρα γης επιστροφής στο αγαπημένο τους χωριό και στα καλοκαιρινά τους βοσκοτόπια.
Αν βρεθεί κανείς το Μάη εδώ θα δει με τα μάτια του, την “ιεροτελεστία” της επιστροφής.
Τα κουρασμένα και σκαμμένα πρόσωπα από το μόχθο της δουλειάς, λάμπουν από χαρά καθώς έρχονται με τα μεγάλα φορτηγά κι αντικρίζουν και πάλι το χωριό τους και τις ψηλές βουνοκορφές τους.
Στη Θεσσαλία, φόρτωσαν όλο το βιό τους πάνω στο φορτηγό, τα ζωντανά τους και την οικογένειά τους, και σε πέντε ώρες από το κάμπο βρίσκονται στο Περιβόλι. Παλαιότερα όταν δεν υπήρχαν τα μέσα για να φθάσουν στο Περιβόλι, έκαναν 25 ημέρες.
Τότε την άνοιξη, τα πρόβατα ξεκίναγαν από τα χειμαδιά, για το Περιβόλι από τις 12 Μάρτη μέχρι τις 15 τ` Απρίλη, με τα μεγάλα ζώα, μουλάρια και άλογα. Στο δρόμο αντηχούσαν οι χαρούμενες φωνές και τα τραγούδια:
“Πήρε ο Μάρτης δώδεκα κι Απρίλης δεκαπέντε
βγαίνουν οι Βλάχοι στα βουνά, βγαίνουν κι οι Βλαχοπούλες
βγαίνουν τα λια πρόβατα με τ` αργυρά κουδούνια…”
Όταν τα κοπάδια αρχίσουν να σκορπίζονται στις πλαγιές του Περιβολίου, τότε καταλαβαίνεις ότι ήρθε η άνοιξη, από τα κουδούνια, τα βελάσματα των προβάτων κι από τα γαυγίσματα των τσοπανόσκυλων.
Αν βρεθεί κανείς αυτή της εποχή στο Μεσοχώρι, στην πλατεία του χωριού, μπορεί να πιει το καφέ του στο καφενέ του Τάκη. Ο Τάκης είναι μετανοιωμένος αρκουδοκυνηγός και μέσα στο μαγαζί του σήμερα, υπάρχουν αφίσες για τη προστασία της Αρκούδας και της Βάλια – Κάλντα.
Κάθε φορά που θα βρεθώ στο Περιβόλι, πριν να ξεκινήσω για τη Βάλια – Κάλντα, τον Εθνικό Δρυμό, θα πιω το καφεδάκι μου και το κρύο νερό από τη βρύση του Μεσοχωρίου και αφού ακούσω τις ιστορίες του Τάκη για τις αρκούδες, παλιές ή τις καινούργιες, τότε θα ξεκινήσω για τη Βάλια – Κάλντα. Η περιοχή του Περιβολίου και η Βάλια – Κάλντα είναι ένας από τους σημαντικότερους βιότοπους της Αρκούδας στη χώρα μας.
Αφού φορτώσω τα πράγματά μου (σκηνές, τρόφιμα, φωτογραφικές μηχανές) πάνω στο αγροτικό κάποιου φίλου κτηνοτρόφου, παίρνω το δρόμο για την αγαπημένη μου κοιλάδα.
Κάθε φορά που κάνω αυτό το κομμάτι, από το Περιβόλι στο Δρυμό, νιώθω πάντα την ίδια συγκίνηση, όπως την πρώτη φορά, όταν πρωτόρθα για τις έρευνές μου εδώ το 1985.
Το αυτοκίνητο ανεβαίνει σιγά στον ανήφορο. Αριστερά και δεξιά στα βοσκοτόπια βόσκουν τα κοπάδια ενώ τα σκυλιά τρέχουν σαν δαιμονισμένα γαβγίζοντας ξωπίσω μας.
Τα ρυάκια ορμητικά κατεβαίνουν από τις πλαγιές και οι Νεροκότσυφες παίρνουν το πρωινό τους μπάνιο.
Στις άκρες του δρόμου βγάζουν δειλά τα κόκκινα κεφαλάκια τους οι Κόκκινοι Κρίνοι (Lillium chalcedonicum), σπάνια , όμορφα λουλούδια που οι Περιβολιώτες τα λένε “η ντροπή της νύφης”.
Σαν φθάσαμε στο Σταυρό (1650μ) στα πόδια μας έχουμε τη Βάλια – Κάλντα, την μαγευτική Κοιλάδα (Βάλια – Κάλντα στη γλώσσα των Βλάχων της περιοχής σημαίνει Ζεστή Κοιλάδα).
Το αυτοκίνητο άρχισε να κατεβαίνει περνώντας μέσα από το δάσος με τα Μαυρόπευκα, τα Ρόμπολα και τις Οξιές. Ανάμεσα στα Μαυρόπευκα και τις Οξιές υπάρχουν μεμονωμένα άτομα Μακεδονίτικου Έλατου.
Κάτω από τα τεράστια δένδρα (πολλά από αυτά ξεπερνούν τα 500 χρόνια), υπάρχει μια πράσινη “θάλασσα” από φτέρες και πυξάρια. Μόλις φθάνει κανείς στο κέντρο της κοιλάδας μπορεί να δει σε τρία σημεία, ανάμεσα στα μαυρόπευκα τα κοκκινόπευκα (Pinus sylvestris), να ξεχωρίζουν με τους κόκκινους κορμούς τους.
Τα κοκκινόπευκα εδώ βρίσκονται στο νοτιότερο σημείο εξάπλωσής τους στη Βαλκανική που είναι η μοναδική θέση του είδους στην Πίνδο. Ο αμέσως επόμενος σταθμός τους βρίσκεται στα Πιέρια.
Σύμφωνα με τη θεωρία της φίλης, της Σωτηρίας Ζιόμπορα (δασολόγου, τ. υπεύθυνης του Εθνικού Δρυμού), “… αυτά τα δένδρα φύτρωσαν εδώ, γιατί οι Περιβολιώτες αγωγιάτες έκαναν παλαιότερα μεγάλα ταξίδια και ίσως με τις κάπες τους και τ` άλογά τους να έφεραν σπόρους από μακριά, εδώ σ` αυτό το σημείο που σταματούσαν να ξεκουραστούν και να ξεδιψάσουν”.
Σιγά – σιγά αρχίζω να κατεβαίνω προς το Ρέμα της Αρκούδας ή το Αρκουδόρεμα. Εδώ πολλές φορές οι Αρκούδες με τ` Αρκουδόπουλά τους κατεβαίνουν να πιουν κρύο νερό για να ξεδιψάσουν.
Εδώ η Δ.Ε.Η. σχεδίάζε να φτιάξει φράγμα μέσα στον πυρήνα. Μετά όμως από τις πιέσεις του οικολογικού κινήματος αυτό έχει αποτραπεί. Καθώς κατεβαίνω στο ρέμα αριστερά και δεξιά φυτρώνει το ενδημικό φυτό του Δρυμού η Centaurea Vlachorum, με τα μικρά ροζ λουλουδάκια.
Αυτό το φυτό το βρήκε για πρώτη φορά στη Σαλατούρα Μηλιάς και στο βουνό Αυτιά ο Δανός βοτανικός Per Hartving, μαζί με την ομάδα του τον Ιούλιο του 1976. Από τότε και μετά το βρήκαμε όμως και εμείς σε διάφορα σημεία του Δρυμού.
Η περιοχή της Βάλια – Κάλντας αποτελεί το νοτιότερο σημείο εξάπλωσης για πολλά φυτά της Βαλκανικής, όπως το Lillium albanicum, το Geum coccineum κ.ά.
Επίσης, στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν αρκετά ενδημικά της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας.
Στην περιοχή υπάρχουν ακόμη 3 πολύ σπάνια φυτά το Polygonatum verticllatum, ένα λιλιανθές, η Leucorchis frivaldli, ένα σπάνιο αρχεοειδές και το Onosma stellulata.
Η σπουδαιότερη ζώνη για τη συγκέντρωση μεγάλου αριθμού ειδών και πολλών σπάνιων φυτών, είναι οι βόρειες πλαγιές των κορυφών Αυτιά, Φλέγγα και καπετάν Κλειδί.
Το ίδιο ενδιαφέρουσες είναι οι δυτικές πλαγιές της κορυφής Κακοπλεύρι και ειδικότερα η τοποθεσία Κουφάλα.
Στο ξέφωτο πάνω από τη Βάλια – Κάλντα, κλώθουν γύρες τα όρνια και οι ασπροπόρηδες (σπάνια αρπακτικά πουλιά), καθώς μυρίστηκαν το θάνατο μιας αγελάδας.
Τα ταμπουρίσματα των δρυοκολαπτών, τα μεγάλα αργυρά κύπρια και κουδούνια των ζώων συνοδευόμενα από τα τραγούδια των πουλιών κάνουν τη Βάλια – Κάλντα να βουίζει σαν από μελωδίες μιας συμφωνικής ορχήστρας.
Κάθε λίγο και λιγάκι, σκύβουμε το πρόσωπό μας για να ξεδιψάσουμε στα κρύα ορμητικά νερά των ρυακιών που κατεβαίνουν από τις χιονισμένες ακόμα βουνοκορφές.
Πολλές φορές μέσ` το δρόμο σχηματίζονται μικρές λιμνούλες που είναι γεμάτες ζωή, από τρίτωνες, βομβίνες και γραικοβάτραχους. Πιο πέρα κάτω από τα πυξάρια, μέσα από τα υγρά χορτάρια κάνει την εμφάνισή της με τα κίτρινα έντονα χρώματά της μια σαλαμάνδρα. Τα σκιουράκια πηδούν με φασαρία από κλαδί σε κλαδί, ενώ ψάχνουν για να ροκανίσουν κανένα κουκουνάρι.
Εδώ στη Βάλια – Κάλντα σε τούτο τον αγριότοπο, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας είχε το λημέρι του ο λήσταρχος Θύμιος Γάκης, που έκλεψε την αρχόντισσα του Μετσόβου Βασίλω και ζήτησε σαν λύτρα χρυσάφι, τόσο όσο ήταν το βάρος της αρχόντισσας. Το χρυσάφι δόθηκε και θάφτηκε στη Βάλια – Κάλντα.
“Δεν είναι κρίμα κι άδικο, δεν είναι αμαρτία
νάσαι η Βασίλου σε ερημιά, σε κλέφτικα λημέρια.
Να στρώνει μπάτσες στρώματα, οξιές προσκεφαλάκια”.
Τριγύρω από τη Βάλια – Κάλντα υψώνονται τα` αγέρωχα βουνά Φλέγγα, Ωου, Ουρέλκη, Μπάλτος, Ούρσα κ.ά. Για να φθάσει κανές στις ψηλότερες κορφές (2.117μ) του Δρυμού και ν` απολαύσει τις λίμνες στη Φλέγγα στα 2.000μ., πρέπει να περπατάει πάνω από 4-5 ώρες από δύσκολα και κακοτράχαλα μονοπάτια.
Η άγρια ομορφιά της Πίνδου σε αποζημιώνει όμως με το παραπάνω για τον κόπο και τον ιδρώτα! Στο πυκνό δάσος από οξιές της Φλέγγας μπορεί να συναντήσει κανείς την αρκούδα.
Πολλές φορές αφήνει τα ίχνη από το πέρασμά της τρίχες πάνω στους κορμούς, περιττώματα, πατήματα ή αναποδογυρισμένοι κορμοί (ψάχνει να βρει μυρμήγκια ή νύμφες εντόμων).
Σ` αυτό το δάσος αποτραβιούνται τα θηλυκά ζαρκάδια το Μάη όταν θα `ρθει η ώρα για να γεννήσουν, κι ο αγριόγατος αισθάνεται σιγουριά μέσα στα πυκνά φυλλώματα.
Παλαιότερα και σύμφωνα με μαρτυρίες των χωρικών μέχρι το 1929 στην περιοχή ζούσε και ο λύγκας, σήμερα όμως δεν έχουμε πληροφορίες για την παρουσία του.
Στην αλπική ζώνη πάνω από τα τελευταία Ρόμπολα φωλιάζει η Χιονάδα, και στα κακοτράχαλα γκρεμνά τρέχουν και παιχνιδίζουν τα περήφανα αγριόγιδα.
ΟΙ ΕΘΝΙΚΟΙ ΔΡΥΜΟΙ
“Ο πολιτισμός μιας χώρας μπορεί να κριθεί και από τον τρόπο που διαχειρίζεται και προστατεύει τα εθνικά πάρκα της”, Φρ. Ρούσβελτ, Πρόεδρος Η.Π.Α.
Κάθε χώρα σήμερα έχει τουλάχιστον ένα Εθνικό Δρυμό. Κάθε ιδεολογία και κουλτούρα έχει δώσει το δικό της ορισμό στο τι σημαίνει Εθνικός Δρυμός.
Το πρώτο πάρκο στο κόσμο ιδρύθηκε στο Yellowstone (Η.Π.Α.) την 1 Μαρτίου 1872.
Σαν ιδέα οι Δρυμοί είχαν μεγάλη επιτυχία και έχουν δοθεί ορισμοί ανάλογα με το κλίμα, την πυκνότητα του πληθυσμού ή ανάλογα ακόμη με τον αυταρχισμό της κάθε τοπικής κυβέρνησης.
Πάνω στους Εθνικούς Δρυμούς βασίστηκε η ελπίδα ότι θα μπορούσαμε να προστατεύσουμε με επιτυχία τους καλύτερους και τους γήινους παράδεισους.
Σύμφωνα με την IUCN (International Union for the Conservation of Nature and Natural Resources) στη συνάντηση που έγινε το 1969 στο Νέο Δελχί, δόθηκε ο εξής ορισμός για τα Εθνικά Πάρκα: “Ένα Εθνικό Πάρκο είναι μια σχετικά μεγάλη περιοχή όπου ένα ή αρκετά οικοσυστήματα δεν έχουν καταστραφεί από την ανθρώπινη δραστηριότητα, όπου είδη φυτών και ζώων, γεωμορφολογικοί σχηματισμοί και οικοσυστήματα έχουν μεγάλο επιστημονικό, μορφωτικό και από πλευράς αναψυχής ενδιαφέρον ή τα οποία έχουν υπεύθυνες υπηρεσίες κάθε χώρας παίρνουν μέτρα για να εξαλείψουν, όσο το δυνατόν γρηγορότερα, την εκμετάλλευση ή την παράνομη κατοχή σε όλη την περιοχή, και για να επιβάλλουν το σεβασμό για τα οικολογικά, γεωμορφολογικά ή αισθητικά χαρακτηριστικά. Οι επισκέπτες επιτρέπεται να εισέλθουν κάτω από ειδικές συνθήκες για έμπνευση, επιμόρφωση, έρευνα, καλλιέργεια και αναψυχή”.
Στην Ελλάδα, υπάρχουν 10 Εθνικοί Δρυμοί με συνολική επιφάνεια 700.000 στρέμματα περίπου, δηλαδή γύρω στο 0,5% της επιφάνειάς της.
Συγκριτικά με την επιφάνεια των Εθνικών Δρυμών άλλων χωρών, όπως της Αγγλίας με 9%, της Ελβετίας με 6%, της Ιαπωνίας με 3,2%, της Ολλανδίας με 1,14% και της Ιταλίας με 0,65%, είμαστε οι τελευταίοι ακόμη και στην έκταση των Εθνικών Δρυμών.
Οι Εθνικοί Δρυμοί στην Ελλάδα έχουν ανάγκη αποτελεσματικής διαχείρισης.
Αν και ο πρώτος Εθνικός Δρυμός (του Ολύμπου) ιδρύθηκε το 1938 και ο τελευταίος (των Πρεσπών) το 1974, η διαχείριση, η διοίκηση και η φύλαξή τους παραμένει ακόμη σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Ο οικοτουρισμός φυσικά θα μπορούσε να εξελιχθεί σε σημαντικό παράγοντα και θα έδινε ζωή και οικονομικούς πόρους στα παραμελημένα ορεινά χωριά μας. Αυτό όμως πρέπει να γίνει με μεγάλη προσοχή, αφού πρώτα εξασφαλισθεί σωστό προσωπικό για την προστασία, φύλαξη, πληροφόρηση, εκπαίδευση και αφού εκπονηθούν ολοκληρωμένα διαχειριστικά προγράμματα.
Στην Ιταλία, το Εθνικό Πάρκο των Αμπρούτσι το επισκέπτονται πάνω από ένα εκατομμύριο άτομα ετησίως. Φυσικά οι γείτονές μας έχουν φροντίσει όχι μόνο να το αξιοποιήσουν στο έπακρο, αλλά ο οικοτουρισμός να μην καταστρέφει ούτε στο ελάχιστο το δρυμό τους.
Εθνικός Δρυμός Πίνδου (Βάλια – Κάλντα)
Ο Εθνικός Δρυμός της Βάλια – Κάλντα, είναι από τους μεγαλύτερους και σημαντικότερους της χώρας. Βρίσκεται σε μια απομονωμένη περιοχή της Δ. Μακεδονίας στη Βορειανατολική Πίνδο. Στην περιοχή υπάρχουν εκτεταμένα δάση από Μαυρόπευκα, Οξιές και αιωνόβια Ρόμπολα, που πολλά απ` αυτά ξεπερνούν σε ηλικία τα 500.
Τα ορμητικά ρέματα και τα ρυάκια με τους τεράστιους γκρεμούς, τις πανύψηλες βουνοκορφές, και τις αλπικές λίμνες, συνθέτουν το μεγαλείο της Βάλια – Κάλντα.
Στον Εθνικό Δρυμό, φωλιάζουν πάνω από 100 είδη πουλιών.
Η παρουσία σπάνιων αρπακτικών πουλιών, μεταξύ των οποίων ο Χρυσαετός, το Όρνιο, ο Ασπροπάρης, ο Φιδαετός, το Διπλοσάινο, ο Σφηκιάρης, το Ξεφτέρι, ο Χρυσογέρακας και το Βραχοκιρκίνεζο δείχνει τη μεγάλη ορνιθολογική αξία της περιοχής.
Στην περιοχή φωλιάζουν επίσης 8 είδη Δρυοκολαπτών από τα 10 είδη που υπάρχουν σε ολόκληρη τη Δυτική Παλαιοαρκτική ζώνη.
Μέσα στα κωνοφόρα και στις Οξιές, βρίσκουν καταφύγιο πολλά Στρουθιόμορφα (μικρά πουλιά) όπως Παπαδίτσες, Σπίνοι, Φλώροι, Σκαρθάκια, Καρδερίνες, Σταυρομύτες, Πυρρούλες.
Στα αλπικά λιβάδια, που βρίσκονται πάνω από τις Οξιές και τα Πόμπολα και φθάνουν μέχρι τα 2.150μ, βρέθηκε να φωλιάζει η Χιονάδα.
Στα εκτεταμένα δάση των κωνοφόρων και της Οξιάς πιο σημαντικές περιοχές της χώρας μας σαν βιότοπος αυτού του σπάνιου ζώου.
Στην ευρύτερη περιοχή του Δρυμού ζουν ο Λύκος, το ζαρκάδι, το Αγριόγιδο, το Αγριογούρουνο, ο Αγριόγατος, το Κουνάβι, ο Λαγός, ο Σκίουρος.
Στα καθαρά νερά των τριών μικρών ποταμών που διασχίζουν τον Εθνικό Δρυμό κολυμπά η Βίδρα (Lutra lutra), ψαρεύοντας πέστροφες και βατράχια. Στα ρυάκια και στις μικρές λιμνούλες που σχηματίζονται μετά το λιώσιμο του χιονιού, υπάρχει ο Αλπικός Τρίτωνας, η Βομβίνη, τα βατράχια, ο Φρύνος και ο Πρασινόφρυνος.
Κοντά στα νερά ή σε περιοχές με υψηλή υγρασία βρίσκονται οι Σαλαμάνδρες.
Ο Εθνικός Δρυμός αντιμετωπίζει αρκετά προβλήματα από τη λαθροθηρία, τη λαθροβοσκή, τη λαθροϋλοτομία, και το παράνομα ψάρεμα με το δυναμίτη.
Αξίζει πράγματι να γνωρίσει κανείς αυτή την περιοχή της χώρας μας. Η προσέγγιση θα πρέπει να γίνει όμως με μεγάλο σεβασμό.